RAFAEL BLACKHEART
Η ΑΠΟΨΗ ΜΟΥ
“Ο Φροντιστής Μπράνσον, τελευταίος επιζών της μυστηριώδους Αίρεσης των Πιστών και μοναδικός επιβαίνων ενός Μπόινγκ 747 με προορισμό την Αυστραλία, βρίσκεται στο θάλαμο διακυβέρνησης για να διηγηθεί την ιστορία της ζωής του στο μαύρο κουτί του αεροσκάφους πριν αυτό προσκρούσει στο έδαφος. Μεγαλωμένος στα στεγανά της καταπιεστικής αίρεσης, ο Φροντιστής γίνεται ξαφνικά διάσημος όταν όλα τα μέλης της αίρεσης αυτοκτονούν μαζικά.
Μετατρέπεται σε μεσσία των αστικών νευρώσεων, γράφει προσευχητάρια για γιάπηδες, πραγματοποιεί θαύματα σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, για να εξαντλήσει δραματικά το δεκαπεντάλεπτο φήμης του καταλήγοντας παρανάλωμα του πυρός που τα ΜΜΕ άναψαν γι αυτόν.”
Εντάξει, λοιπόν. Αυτή η περίληψη (από το εμπροσθόφυλλο του βιβλίου γιατί όλα είναι ανάποδα σε αυτό το βιβλίο) δεν ήταν ικανή για να τραβήξει την προσοχή μου. Το όνομα του συγγραφέα σαφώς και ήταν δυνατότερο ατού. «Ο επιζών» είναι το τρίτο μυθιστόρημα του Πόλανικ αν υπολογίσουμε πως το πρώτο του, το “Isomnia” παραμένει ανέκδοτο, ενώ το δεύτερο είναι το δημοφιλές Fight Club.
Ξεκίνησα, ίσως λίγο αδιάφορος (σίγουρα ανυποψίαστος), να το ξεφυλλίζω, όπως συνήθως συμβαίνει με όλα εκείνα τα βιβλία, που πρόκειται να «κουμπώσουν» στο μυαλό, για να διαπιστώσω σχεδόν ακαριαία πως η αρίθμηση τόσο των κεφαλαίων, όσο και των σελίδων είναι αντίστροφη.
Χωρίς περιττά τερτίπια και ελιγμούς, με λόγο κοφτό, σχεδόν όμοιο με κείνον που συναντάμε σε τεχνικά εγχειρίδια ή οδηγίες χρήσης (ο Πόλανικ ξεκίνησε την συγγραφική καριέρα του μεταφράζοντας οδηγίες χρήσεως για τρακτέρ και αγροτικά μηχανήματα), νοιώθω τον εαυτό μου να μετατρέπεται σε ένα μαύρο κουτί. Γίνομαι μάρτυρας μιας εξομολόγησης, που αφορά μια «μπαγιάτικη» κατεστραμένη ζωή. Ο καταιγισμός τεχνικών πληροφοριών, φαινομενικά άσχετων, χτυπάει ανελέητα τον εγκέφαλο μου και ειλικρινά το διασκεδάζω σαν δαιμονισμένος.
Το βιβλίο «κολλάει» στα χέρια μου και οι σελίδες ξεκινούν, επίσης σαν δαιμονισμένες, να διαδέχονται η επόμενη, την προηγούμενη (είπαμε η αρίθμηση είναι ανάποδη ).
Ο τύπος που εξομολόγείται, σίγουρα δεν είναι στα καλά του.
Η μήπως τελικά, είμαι εγώ που δεν είμαι καλά? Εάν είσαι ψυχωτικός αλλά το γνωρίζεις, παύεις να είσαι ή τελικά όλα είναι θέμα της θέσης από την οποία, παρατηρείς τα πράγματα?
Μεγαλωμένος μέσα σε μια αίρεση (από επίσης ψυχωτικούς φονταμενταλιστές) που ζουν απομονωμένοι από τον σύγχρονο κόσμο, που γεννοβολλάνε σαν κουνέλια. Όμως μόνο ο πρωτότοκος γιός έχει δικαίωμα να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Τα υπόλοιπα παιδιά, εκπαιδεύονται κατάλληλα ώστε στα δεκαεπτά τους, μετά από ένα σύντομο τελετουργικό, να φύγουν στον «έξω Κόσμο» και να δουλέψουν ως οικιακοί βοηθοί σε σπίτια πλουσίων. Τα χρήματα που κερδίζουν, τα ταχυδρομούν πίσω στους «θεματοφύλακες της πίστης τους».
Έχει περάσει πάνω από μια δεκαετία, που ο Φροντιστής Μπράνσον πληροφορήθηκε την ομαδική αυτοκτονία των μελών της αίρεσης. Αυτό ήταν εξάλλου το πλήρωμα του χρόνου για εκείνους. Οι αρχές σκαλίζοντας, φτάνουν στα ίχνη εκείνων που, αποκομμένοι από την αίρεση, εργάζονται στα σπίτια των πλουσίων. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο προς όλες τις κατευθύνσεις: Αυτοκτονήστε.
Και το κράτος κάνει ότι μπορεί για να κρατήσει στην ζωή τους επιζώντες της αίρεσης.
Η κοινωνική λειτουργός τον επισκέπτεται κάθε εβδομάδα. Τον ελέγχει για να διαπιστώσει τις ψυχολογικές μεταπτώσεις που μπορεί να τον οδηγήσουν στην αυτοκτονία, όπως γίνεται καθημερινά σε ολόκληρη την χώρα. Οι επιζήσαντες μειώνονται.
«Σε κάθε μας συνάντηση διαπίστωνε κι ένα καινούριο πρόβλημα που νόμιζε πως μπορεί να είχα, και μου έδινε κι ένα βιβλίο να διαβάσω τα συμπτώματα. Μέχρι την επόμενη εβδομάδα, οποιοδήποτε πρόβλημα κι αν είχα το ήξερα απέξω κι ανακατωτά.
Τη μια εβδομάδα πυρομανής. Την επόμενη, διαταραγμένη σεξουαλικά ταυτότητα.
Μου είχε πει πως ήμουν επιδειξιομανής, οπότε την επόμενη εβδομάδα της μόστραρα τον κώλο μου. Μου είχε πει πως είχα διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, οπότε κι εγώ άλλαζα διαρκώς θέμα. Ήμουν κλειστοφοβικός, γι' αυτό και έπρεπε να συναντηθούμε έξω στον κήπο. Ήμασταν αρκετά χαρούμενοι έτσι. Για λίγο. Εκείνη ένιωθε πως προόδευε κάθε εβδομάδα. Εγώ είχα ένα σενάριο, σύμφωνα με το οποίο θα φερόμουν. Δεν βαριόμασταν καθόλου, κι εκείνη φρόντιζε να μου παρέχει τόσα πολλά ψεύτικα προβλήματα που δεν έδινα σημασία σε τίποτα πραγματικό»
Η ρουτίνα της καθημερινότητας του θεότρελου Μπράνσον είναι η βάση του για να μην καταρρεύσει. Οι υστερικές οδηγίες καθαριότητας είναι καταιγιστικές και συνάμα τόσο διασκεδαστικές που θα πιάσετε τον εαυτό σας να γελάει δυνατά με την σχιζοφρένεια του τύπου. Θα γνωρίσει μια μισότρελη (αυτή την φορά) κοπελιά που μπορεί να βλέπει οράματα. Έτσι το πρωινό του αναλώνεται σφουγγαρίζοντας, ξεσκονίζοντας, καθαρίζοντας την έπαυλη του γιάπικου ζευγαριού και το βράδυ του το περνάει δίνοντας συμβουλές στην τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης που κατά τύχη απέκτησε.(θεότρελο λέμε)
«Μια γυναίκα παίρνει για να ρωτήσει τι ώρα αρχίζει η τελευταία προβολή. Αυτοκτόνησε.
Ρωτάει: “Το 555-1237 δεν πήρα; Δεν είναι ο κινηματογράφος Μούρχαους;”
Λέω: Αυτοκτόνησε. Αυτοκτόνησε. Αυτοκτόνησε.
Ένα κορίτσι τηλεφωνά και ρωτάει: “Πονάει πολύ να πεθάνεις;”
Ε, χρυσό μου, της κάνω, ναι, αλλά πονάει πολύ περισσότερο να συνεχίσεις να ζεις».
..και ενώ οι επιζήσαντες της αίρεσης μειώνονται συμβαίνει το αναπάντεχο.
«Βλέποντάς την να κείτεται στο πάτωμα, έπειτα από τις εκ βαθέων εβδομαδιαίες εξομολογήσεις μας, η πρώτη μου σκέψη ήταν: Άλλο ένα αντικείμενο για μάζεμα.
Οι μπάτσοι ρωτάνε γιατί έφτιαξα κοκτέιλ με ρούμι και φράουλες προτού τους καλέσω.
Διότι μας τελείωσε το βατόμουρο.
Διότι -καλά, δεν το βλέπουν;- δεν έχει καμία σημασία. Ο χρόνος ήταν άνευ ουσίας.Σκεφτείτε το ως χρήσιμη πρακτική εκπαίδευση. Σκεφτείτε πως η ζωή σας δεν είναι παρά ένα κακόγουστο αστείο.
Τι είναι μια κοινωνική λειτουργός που μισεί τη δουλειά της και χάνει όλους τους ασθενείς; Νεκρή.
Τι είναι ο αστυνομικός υπάλληλος που τη βάζει σε μια μεγάλη πλαστική σακούλα; Νεκρός.
Τι είναι ο τηλεοπτικός ανταποκριτής που τον τραβάει η κάμερα στην μπροστινή αυλής; Νεκρός.
Δεν έχει καμία σημασία.
Το αστείο στην υπόθεση είναι πως τα ανέκδοτα όλων μας τελειώνουν με την ίδια ατάκα».
Θεωρώ πως όλη αυτή η φάση δεν είναι τίποτε παραπάνω από την Αμερικάνικη Νευρωτική Πραγματικότητα. Πριν λίγα χρόνια..
Συνειδητοποιώ αυτόματα, χωρίς σκέψη, την δύναμη των ΜΜΕ, την ψυχολογική αδυναμία των τριγύρω μας (ίσως και την προσωπική μου ασταθή πνευματικότητα)
Ίσως η αίρεση που μας τρέφει και μετά μας αμολά στο πραγματικό κόσμο είναι ίδια και χειρότερη από κείνη που ο Πόλανικ περιγράφει..
« Το τηλέφωνο χτυπά ξανά: Ένας τύπος έχει καλέσει για να πει πως έμεινε στην Άλγεβρα του Β εξαμήνου. Έτσι για εξάσκηση του λέω: Αυτοκτόνησε.
Μια γυναίκα τηλεφωνεί και λέει πως τα παιδιά της δεν κάθονται φρόνιμα. Στο ίδιο μοτίβο, της λέω: Αυτοκτόνησε.
Ένας άντρας τηλεφωνεί για να πει πως το αυτοκίνητό του δεν παίρνει μπρος. Αυτοκτόνησε.»
Διαβάστε το αναλογιζόμενοι πως δεν υπάρχει αύριο αλλά αισιόδοξα.
Πχ "Δεν υπάρχει αύριο αλλά θα δούμε πως θα τα καταφέρουμε"
Η ΑΠΟΨΗ ΜΟΥ
“Ο Φροντιστής Μπράνσον, τελευταίος επιζών της μυστηριώδους Αίρεσης των Πιστών και μοναδικός επιβαίνων ενός Μπόινγκ 747 με προορισμό την Αυστραλία, βρίσκεται στο θάλαμο διακυβέρνησης για να διηγηθεί την ιστορία της ζωής του στο μαύρο κουτί του αεροσκάφους πριν αυτό προσκρούσει στο έδαφος. Μεγαλωμένος στα στεγανά της καταπιεστικής αίρεσης, ο Φροντιστής γίνεται ξαφνικά διάσημος όταν όλα τα μέλης της αίρεσης αυτοκτονούν μαζικά.
Μετατρέπεται σε μεσσία των αστικών νευρώσεων, γράφει προσευχητάρια για γιάπηδες, πραγματοποιεί θαύματα σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, για να εξαντλήσει δραματικά το δεκαπεντάλεπτο φήμης του καταλήγοντας παρανάλωμα του πυρός που τα ΜΜΕ άναψαν γι αυτόν.”
Εντάξει, λοιπόν. Αυτή η περίληψη (από το εμπροσθόφυλλο του βιβλίου γιατί όλα είναι ανάποδα σε αυτό το βιβλίο) δεν ήταν ικανή για να τραβήξει την προσοχή μου. Το όνομα του συγγραφέα σαφώς και ήταν δυνατότερο ατού. «Ο επιζών» είναι το τρίτο μυθιστόρημα του Πόλανικ αν υπολογίσουμε πως το πρώτο του, το “Isomnia” παραμένει ανέκδοτο, ενώ το δεύτερο είναι το δημοφιλές Fight Club.
Ξεκίνησα, ίσως λίγο αδιάφορος (σίγουρα ανυποψίαστος), να το ξεφυλλίζω, όπως συνήθως συμβαίνει με όλα εκείνα τα βιβλία, που πρόκειται να «κουμπώσουν» στο μυαλό, για να διαπιστώσω σχεδόν ακαριαία πως η αρίθμηση τόσο των κεφαλαίων, όσο και των σελίδων είναι αντίστροφη.
Χωρίς περιττά τερτίπια και ελιγμούς, με λόγο κοφτό, σχεδόν όμοιο με κείνον που συναντάμε σε τεχνικά εγχειρίδια ή οδηγίες χρήσης (ο Πόλανικ ξεκίνησε την συγγραφική καριέρα του μεταφράζοντας οδηγίες χρήσεως για τρακτέρ και αγροτικά μηχανήματα), νοιώθω τον εαυτό μου να μετατρέπεται σε ένα μαύρο κουτί. Γίνομαι μάρτυρας μιας εξομολόγησης, που αφορά μια «μπαγιάτικη» κατεστραμένη ζωή. Ο καταιγισμός τεχνικών πληροφοριών, φαινομενικά άσχετων, χτυπάει ανελέητα τον εγκέφαλο μου και ειλικρινά το διασκεδάζω σαν δαιμονισμένος.
Το βιβλίο «κολλάει» στα χέρια μου και οι σελίδες ξεκινούν, επίσης σαν δαιμονισμένες, να διαδέχονται η επόμενη, την προηγούμενη (είπαμε η αρίθμηση είναι ανάποδη ).
Ο τύπος που εξομολόγείται, σίγουρα δεν είναι στα καλά του.
Η μήπως τελικά, είμαι εγώ που δεν είμαι καλά? Εάν είσαι ψυχωτικός αλλά το γνωρίζεις, παύεις να είσαι ή τελικά όλα είναι θέμα της θέσης από την οποία, παρατηρείς τα πράγματα?
Μεγαλωμένος μέσα σε μια αίρεση (από επίσης ψυχωτικούς φονταμενταλιστές) που ζουν απομονωμένοι από τον σύγχρονο κόσμο, που γεννοβολλάνε σαν κουνέλια. Όμως μόνο ο πρωτότοκος γιός έχει δικαίωμα να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Τα υπόλοιπα παιδιά, εκπαιδεύονται κατάλληλα ώστε στα δεκαεπτά τους, μετά από ένα σύντομο τελετουργικό, να φύγουν στον «έξω Κόσμο» και να δουλέψουν ως οικιακοί βοηθοί σε σπίτια πλουσίων. Τα χρήματα που κερδίζουν, τα ταχυδρομούν πίσω στους «θεματοφύλακες της πίστης τους».
Έχει περάσει πάνω από μια δεκαετία, που ο Φροντιστής Μπράνσον πληροφορήθηκε την ομαδική αυτοκτονία των μελών της αίρεσης. Αυτό ήταν εξάλλου το πλήρωμα του χρόνου για εκείνους. Οι αρχές σκαλίζοντας, φτάνουν στα ίχνη εκείνων που, αποκομμένοι από την αίρεση, εργάζονται στα σπίτια των πλουσίων. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο προς όλες τις κατευθύνσεις: Αυτοκτονήστε.
Και το κράτος κάνει ότι μπορεί για να κρατήσει στην ζωή τους επιζώντες της αίρεσης.
Η κοινωνική λειτουργός τον επισκέπτεται κάθε εβδομάδα. Τον ελέγχει για να διαπιστώσει τις ψυχολογικές μεταπτώσεις που μπορεί να τον οδηγήσουν στην αυτοκτονία, όπως γίνεται καθημερινά σε ολόκληρη την χώρα. Οι επιζήσαντες μειώνονται.
«Σε κάθε μας συνάντηση διαπίστωνε κι ένα καινούριο πρόβλημα που νόμιζε πως μπορεί να είχα, και μου έδινε κι ένα βιβλίο να διαβάσω τα συμπτώματα. Μέχρι την επόμενη εβδομάδα, οποιοδήποτε πρόβλημα κι αν είχα το ήξερα απέξω κι ανακατωτά.
Τη μια εβδομάδα πυρομανής. Την επόμενη, διαταραγμένη σεξουαλικά ταυτότητα.
Μου είχε πει πως ήμουν επιδειξιομανής, οπότε την επόμενη εβδομάδα της μόστραρα τον κώλο μου. Μου είχε πει πως είχα διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, οπότε κι εγώ άλλαζα διαρκώς θέμα. Ήμουν κλειστοφοβικός, γι' αυτό και έπρεπε να συναντηθούμε έξω στον κήπο. Ήμασταν αρκετά χαρούμενοι έτσι. Για λίγο. Εκείνη ένιωθε πως προόδευε κάθε εβδομάδα. Εγώ είχα ένα σενάριο, σύμφωνα με το οποίο θα φερόμουν. Δεν βαριόμασταν καθόλου, κι εκείνη φρόντιζε να μου παρέχει τόσα πολλά ψεύτικα προβλήματα που δεν έδινα σημασία σε τίποτα πραγματικό»
Η ρουτίνα της καθημερινότητας του θεότρελου Μπράνσον είναι η βάση του για να μην καταρρεύσει. Οι υστερικές οδηγίες καθαριότητας είναι καταιγιστικές και συνάμα τόσο διασκεδαστικές που θα πιάσετε τον εαυτό σας να γελάει δυνατά με την σχιζοφρένεια του τύπου. Θα γνωρίσει μια μισότρελη (αυτή την φορά) κοπελιά που μπορεί να βλέπει οράματα. Έτσι το πρωινό του αναλώνεται σφουγγαρίζοντας, ξεσκονίζοντας, καθαρίζοντας την έπαυλη του γιάπικου ζευγαριού και το βράδυ του το περνάει δίνοντας συμβουλές στην τηλεφωνική γραμμή υποστήριξης που κατά τύχη απέκτησε.(θεότρελο λέμε)
«Μια γυναίκα παίρνει για να ρωτήσει τι ώρα αρχίζει η τελευταία προβολή. Αυτοκτόνησε.
Ρωτάει: “Το 555-1237 δεν πήρα; Δεν είναι ο κινηματογράφος Μούρχαους;”
Λέω: Αυτοκτόνησε. Αυτοκτόνησε. Αυτοκτόνησε.
Ένα κορίτσι τηλεφωνά και ρωτάει: “Πονάει πολύ να πεθάνεις;”
Ε, χρυσό μου, της κάνω, ναι, αλλά πονάει πολύ περισσότερο να συνεχίσεις να ζεις».
..και ενώ οι επιζήσαντες της αίρεσης μειώνονται συμβαίνει το αναπάντεχο.
«Βλέποντάς την να κείτεται στο πάτωμα, έπειτα από τις εκ βαθέων εβδομαδιαίες εξομολογήσεις μας, η πρώτη μου σκέψη ήταν: Άλλο ένα αντικείμενο για μάζεμα.
Οι μπάτσοι ρωτάνε γιατί έφτιαξα κοκτέιλ με ρούμι και φράουλες προτού τους καλέσω.
Διότι μας τελείωσε το βατόμουρο.
Διότι -καλά, δεν το βλέπουν;- δεν έχει καμία σημασία. Ο χρόνος ήταν άνευ ουσίας.Σκεφτείτε το ως χρήσιμη πρακτική εκπαίδευση. Σκεφτείτε πως η ζωή σας δεν είναι παρά ένα κακόγουστο αστείο.
Τι είναι μια κοινωνική λειτουργός που μισεί τη δουλειά της και χάνει όλους τους ασθενείς; Νεκρή.
Τι είναι ο αστυνομικός υπάλληλος που τη βάζει σε μια μεγάλη πλαστική σακούλα; Νεκρός.
Τι είναι ο τηλεοπτικός ανταποκριτής που τον τραβάει η κάμερα στην μπροστινή αυλής; Νεκρός.
Δεν έχει καμία σημασία.
Το αστείο στην υπόθεση είναι πως τα ανέκδοτα όλων μας τελειώνουν με την ίδια ατάκα».
Θεωρώ πως όλη αυτή η φάση δεν είναι τίποτε παραπάνω από την Αμερικάνικη Νευρωτική Πραγματικότητα. Πριν λίγα χρόνια..
Συνειδητοποιώ αυτόματα, χωρίς σκέψη, την δύναμη των ΜΜΕ, την ψυχολογική αδυναμία των τριγύρω μας (ίσως και την προσωπική μου ασταθή πνευματικότητα)
Ίσως η αίρεση που μας τρέφει και μετά μας αμολά στο πραγματικό κόσμο είναι ίδια και χειρότερη από κείνη που ο Πόλανικ περιγράφει..
« Το τηλέφωνο χτυπά ξανά: Ένας τύπος έχει καλέσει για να πει πως έμεινε στην Άλγεβρα του Β εξαμήνου. Έτσι για εξάσκηση του λέω: Αυτοκτόνησε.
Μια γυναίκα τηλεφωνεί και λέει πως τα παιδιά της δεν κάθονται φρόνιμα. Στο ίδιο μοτίβο, της λέω: Αυτοκτόνησε.
Ένας άντρας τηλεφωνεί για να πει πως το αυτοκίνητό του δεν παίρνει μπρος. Αυτοκτόνησε.»
Διαβάστε το αναλογιζόμενοι πως δεν υπάρχει αύριο αλλά αισιόδοξα.
Πχ "Δεν υπάρχει αύριο αλλά θα δούμε πως θα τα καταφέρουμε"
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου