“Life's but a walking shadow
A poor player that struts
And frets his hour upon the stage
And then is heard no more It is a tale,
told by an idiot
Full of sound and fury
Μακβεθ πράξη 5, σκηνή 5
(σας προειδοποιώ ακολουθεί σεντόνι, αν και κρατήθηκα!!!)
Μια κλασσική αστυνομική ιστορια απο τον μετρ του είδους η κάτι άλλο;
Ξεκινόντας να γράφω για το συγκεκριμένο βιβλίο (για δεύτερη φορά, η πρώτη θα παραμείνει ανέκδοτη), θέλω να ενημέρωσω όλους, μα κυρίως τους φανατικούς αναγνώστες του, ότι αυτή ήταν η πρώτη επαφή μου με τον συγγραφέα και πιθανότατα να παραμείνη εκέι, όχι λόγο απογοήτευσης τουναντίον, δεν θέλω να χαλάσω την μαγεία του πρώτου φιλιού. Σε αυτή την επίγευση και στην προσπάθειά μου να σας παραθέσω μια ολοκληρωμένη άποψη, οσο μπορεί να ειναι αυτό εφικτό, κυριώς για όλους που έχουν διαβάσει το αριστούργημα του Σαιξπηρ, αποφάσισα να μην κινηθώ δια της κλασσικής οδου, αλλα να χωρίσω την νοηματική αυτή αποδόμηση σε τμήματα, όπως ακριβώς έκανα και στο μυαλό μου.
Γλώσσα
Ερωτεύομαι σπάνια έως πολύ δύσκολα, τι να πώ ίσως εχω γίνει λίγο περίεργη μετα απο τόσα ραντεβού με διαφορετικούς παρτενέρ-συγγραφείς. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει η γλώσσα να “γαργαλήσει” τον εγκέφαλό μου, αν συμβεί, ο έρωτας θα είναι κεραυνοβόλος , απο τις πρώτες κι όλας γραμμές , και ας κινδυνευω να κατηγορηθώ ως “εύκολη”.
Εδώ λοιπον ο έρωτας, χτύπησε την ευαίσθητη χορδή μου απο την πρώτη λέξη. Μια σταγόνα βροχής προσγειώνεται απο τον ουρανό. Στο μυαλό μου ήδη εχει δημιουργηθεί η αίσθηση του παραξένου ταξιδιού , που θα πάει; σε ρυάκι στην 'ακρη του δρόμου και θα καταλήξει σε κάποιο υπόνομο , θα επιβιώσει; μήπως τελικά πατηθεί απο κάποια βαριά σόλα, μήπως εξατμιστεί πέφτοντας σε καπό αυτοκινήτου που μόλις έσβησε την μηχανή, θα λερωθει; πέφτοντας ίσως σε λασπόνερα και παρασυρόμενη απο ρόδα βιαστικού αγωνιστικού διασκορπιστεί σε μικροσωματίδια στην ασφαλτό αλοιωμένη εντελώς απο την αρχική της υπόσταση, θα λυτρωθεί ; μήπως πεφτοντας στον αυχένα μιας γυναίκας και ταξιδεύοντας απο κέι, κατα μήκος της ράχης της, κάνει το πιο ρονατικό ταξίδι της ζωής της και σε μια πιο αισιόδοξη εκδοχή μήπως τελικά καταλήξει σε ένα ποτάμι και ενωθεί με έκατομύρια άλλες πριν ξαναγεννηθεί μέσω των υδρατμών σαν μια νέα και πιο καθαρή σταγόνα.
Μόλις λοιπόν πήρα λοιπόν μια πρώτη γευση τι θα συμβεί σε αυτό το βιβλίο, σκευτηκα πρίν καν αρχίσω την αναγνωση. Θα μπορούσε κάποια απο αυτά μονό να εντόπιζα , ευτυχώς τα βρήκα όλα και επιβεβαιώθηκα όταν πόνταρα έπανω του.
Συνεχίζοντας, διαπίστωσα κάτι το οποίο και με τρόμαξε ευχάριστα, συναίσθημα που δεν έτυχε να συναντήσω πρίν και για αυτό δεν μπορώ να σας το δώσω μονολεκτικά (πως ειναι δυνατόν για μένα μιλάμε). Ο Nesbo στις περιγραφές του στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι κοφτές και οδηγούν τον αναγνώστη σε ένα γλυκό λαχάνιασμα , που ναί μεν θα του φέρει μια ταχυκαρδία, αλλα επουδενή θα σταματήσει να διαβάζει, μια διαδρομή 630 σελίδων σχεδόν απνευστί. Υπάρχουν περιπτώσεις που πλατιάζει και υπεραναλύει, γίνεται υπερβολικός (για τραγωδία μιλάμε), χωρίς όμως να γίνεται φλύαρος. Καπου εδώ λοιπόν συνάντησα το πρώτο στοιχείο σύνδεσης με το πρωτότυπο έργο. Λυρισμός!!! Ο Σαίξπηρ χαρακτηρίζεται απο την γλαφυρότητα και τον λυρισμό του, που πλημμυρίζει το έργο του έκδηλα απο την αρχή μέχρι το τέλος ,o Nesbo απο την άλλη “υπονοεί” τον λυρισμο. Θα μου πείτε μα πως είναι αυτό δυνατόν, και όμως θα διαπιστώσετε ότι ένω στην σκηνή βλέπετε ένα hard rock metal band , να χτυπίεται σε αγριους ρυθμούς, όπως και οι περιγραφές του, στα αυτί σας έρχεται τελικά μια γλυκία μελωδία. Είναι το σημείο που είπα “οκ ο τύπος το χει!!!”. Η περιγραφή ακόμα και των πιο σκληρών εικόνων με ιδιάιτερα κοφτό λόγο δίνουν ένταση και έμφαση. Οι λέξεις στρατηγικά τποθετημένες αποδίνουν φόρο τιμής στον λόγο του δημιουργού του οποίου κλήθηκε να ξαναπέι την ιστορια.
Εν κατακλείδι έμεινα μαγεμένη απο την γλώσσα του συγγραφέα που είχα στο πάγο για πολύ καιρο
Πλοκή
Ο συγγραφέας ξεκινάει να πρωτοτυπεί και να διαφοροποιεί αυτό του το βιβλίο απο τα υπόλοιπα τοποθετόντας το χρονολογικά σε μια εντελώς διαφορετική εποχη (το εψαξα σας το πα!) Σαν ένα καλοστημένο film noir , λίγο μετά τον Β' Παγκόσμιο, χωρίς να δίνει ιδιάιτερη έμφαση και να συγκεκριμενοποιεί τον χρόνο, δεν θα έπειζε καθόλου ρόλο εξ' άλλου στην ιστορία, δομήμένη αριστοτεχνικά με τα πολύ βαθύτερα νοήματα, απο την επιφανειακή συγκάληψη, με τις τεριμένες θεωρίες κατάληψης εξουσίας.
Μεταπολεμικά λοιπόν, σε μια άλλοτε εύρωστη πόλη, που γευεται όπως και πολλές άλλες την στιφή και πικρή παρακμή. Εξαθλίωση, ανεργία, φτώχεια, ασθένειες, θάνατος ....το πιο γόνιμο των εδαφών για να καρπίσει η διαφθορά. Ναρκωτικά, τζογος, στιγερές και ύπουλες δολοφονίες. Μια πόλη παραδομένη στο έλεος του εγκλήματος χωρίς κάποιον να την διοικήση.
Κάπως έτσι θα ξεκινήσει και το πολυπλοκότερο όλων των παιχνιδίων “Εξουσίας”. Ενά παιχίδι που απαιτεί ιδιαίτερη εξάσκηση σε παιχνίδια στρατηγικής, γρίφων, όλων των ειδών απο φιδάκι (πολλές παγίδες) μέχρι γκρινιάρη (πόσο δυδκολές είναι αυτές οι εξαρες!!!). Αν δεν κατέχεις όλα τα προηγούμενα μην πείς καν στον κόπο το παιχνίδι είναι χαμένο απο χέρι, όχι οτι κάποις θα εγγυηθεί ότι ο Νέος διοικητής που θα φτάσει στην πόλη, που μοιάζει να το κατέχει το παιχνίδι, θα καταφέρει να κερδίσει την καρεκλα άραγε, όταν η μουσική σταματήσει να παίζει.
Μια ομάδα εμπόρων ναρκωτικών και η αποτυχημένη παντελώς, επιχείρηση απο πλευράς αστυνομίας να τους συλλάβει θα φέρουν τον επιθεωρητή Μακβέθ στο προσκήνιο. Θα κληθεί να καθαρίσει τα σπασμένα γυαλία μαζί με την ομάδα του , και η αληθειά ειναι τα καατφέρνει πολύ καλά. Μετά απο αυτή την επιτυχημένη του “δουλειά” χαίρει ιδιαιτέρας αδυναμίας των ανωτέρων του. Θα αποτελέσει το βασικό εργαλέιο του νεοφερμένου διοικητή στην πάταξη του εγκλήματος.
Όλα θα μπορούσαν να πάνε τέλεια, αλλα ιστορία διαφθορας και εξουσίας χωρίς γυνή δεν υφίσταται. Καπου έδώ κανει την αρμοζουσα είσοδο μια Femme fatale ιδιοκτήτρια Καζίνο η Λαίδη, γιατί οσοι έχετε διαβάσει και το αρχικό κείμενο Μακβεθ χωρις Λαίδη θα ήταν κατι περισσότερο σε Ιζνογκούντ.
Τα τρία συστατικά που έχουμε είναι, ο αρχηγός, ο εκτελεστής και μια γυναίκα. Εδώ θα σας χρειαστούν απαραίτητα οι γνώσεις στο “φιδακι” το παλιό κλασσικό με τις σκάλες που ανεβαίνεις σε χρόνο ρεκόρ και τα φίδια, που ένω είσαι ένα βήμα πρίν τον τερματισμό σε ριχνουν στο μηδέν. Ο αρχηγός, και μόλις λίγο πριν την καθαρση της πόλης, βρίσκεται πρίν τον τερματισμό , ο Μακβέθ ξαφνικά εχει σκαρφαλώσει λιγο πιο δίπλα και τον ακολουθεί κατα πόδας, μετά τα καθαρίσματα. Η Λαίδη τελευταία στην αφετηρία ανεβαίνει κάτι ψιλοσκαλίτσες βάση της εξουσίας που τις έχει δώσει άτυπα το καζίνο. Απο εκεί κάτω διακρίνει τον Μακβεθ πιο κοντά της και πιο μακριά απο το τέρμα, τον σαγινέυει και τον πείθει να ρίξει στο επόμενο φιδακι τον Αρχηγο....τα λοιπά είναι σχεδόν αυτονόητα , το ένα έγκλημα θα φέρει το άλλο, τώρα το μέχρι πού και πότε...... θα αφήσω λίγη μαγεία να πλανάται.
Ο Νesbo δεδομένου ότι παίρνει την μικρότερη εκ των τραγωδιών το Σαιξπηρ και γράφει ένα μυθηστόρημα 630 σελίδων, όγκος που με ξάφνιασε αρχικά, περιμενα, έτσι να βρώ κενά, ασάφειες, καμιά πιστότητα ή σεβασμό στο αρχικο. Τελικά με αποζημίωσε, δίνει εκτενής αναφορες στο έγκλημα και στις απαιτούμενες συναλλάγές “υποχρεώσεων” της δίολου άσπιλης νύχτας, γλαφυρές περιγραφές με άγριο τόνο. Εν τέλη, σκηνογραφεί ένα περιβάλλον και ρίχνει σε έλεθερη σκηνοθεσία με γνωστο σενάριο τους ήρωές να “οργιάσουν”, ενα υπέροχα ατμοσφαιρικό βιβλίο.
Ο Νesbo εκσυγχρονίζει σαφώς την πλοκή διατηρώντας όμως την βασική ιδέα , απο την γυναίκα υποκινητή, μέχρι και τους αλεπάλληλους φόνους που απαιτούνται η απορρέουν μετα τον πρώτο. Κοινό σημείο σαφώς η δίψα για εξουσία και η διαφθορά, νομίζω εκεί ο Nesbo δήλωσε απλά τυφλή υποταγή.
Χαρακτήρες
Ο Αρχηγός , φιλόδοξος , πιστεύει ξεκάθαρα στο “αν δεν έρθει η άνοιξη τότε πρέπει να την φτιάξουμε μόνοι μας” και το προσπαθεί.
Σε όλα τα παραμύθια βέβαια υπάρχει ενα βασιλόπουλο έδω έχουμε τον Μακβεθ, ενας επιθεωρητής χωρίς ιδιαίτερες περγαμινές και σπουδές, μάλλον δήλωσε παραμένοντας μετά την πενταετία, που θα τον παρομοίαζα και ελαφρώς με κυνηγό κεφαλών, αν είχε ένα τόμαχοκ, στο σαλόνι του απέναντι απο τον καναπέ που αραζε τα βράδια θα μπορούσες να δεις την συλλογή του απο scalp. Ενας άνθρωπος που βαλτώνει στα δικά του λάθη, ψάχνει σανίδα σωτηρίας στα ίδια του τα πάθη και παρασσύρεται οσο πιο χαμηλά και βαθιά στα λασπόνερα, ίσως ψάχνει τελικά, εκείνη την σταγόνα στην αρχη.
Η Λαίδη, πιό πιστή σε χαρακτηριστικά απο όλους σε σχέση με αυτή του Σαιξπηρ, Νέα, όμορφη, φιλόδοξη, πλάνευτρα, ύπουλη.
Και έκει που λέω εντάξει, ας μην είμαι και αχάριστη με έχει καλύψει, στην μέση του δρόμου εμφανίζονται οι τρείς μάγισσες και προβλέπουν τη άνοδο του Μακβεθ στην εξουσία και τον βίαιο θάνατό του, κάτι που ο αυτοκαταστροφικός, νυν έντιμος και αθόρυβος επιθεωρητής και πρών ναρκωμανής, γνώριξε απο την πρώτη στιγμή. Έκλεισα την σελίδα που ήμουν, γύσρισα στην αρχική, ξέρετε, εκει που διπλώνει το σκληρό εξώφυλλο, είδα την φωτογραφία του Nesbo, έκανα μια ταπεινή υπόκλιση και επέστρεψα στην ανάγνωση.
Όλοι οι ήρωες έχουν να κάνουν ένα τεράστιο αγώνα με το ίδιο τους το έιναι, αυτό το τόσο ευάλωτο στους εξωγενής παράγοντες που στο συγκεκριμένο βιβλίο δεν ευνούν και την πιο αισιόδοξη κατάληξη.
Μάχη με το καλό και το κακό; Μπα δεν νομίζω, όπως έμαθα πρόσφατα καλό και κακό δεν υπάρχει μόνο ηθική και αυτή όσο και να αποκλίνει παραμένει ηθική. Ετσι το θέμα μας δεν είναι ποιος ειναι ο καλός ή ο κακός αλλα πώς μπορεί κάποιος να μετακινηθεί απο το ένα άκρο στο άλλο όταν έρθει αντιμέτωπος με τον κίνδυνο το χρημα την δόξα.
Συμβουλή της ημέρας, μην βιαστείται να κρίνετε , δώστε χρόνο τίποτα και κανείς δνε θα παραμεπίνει ίδιος στο τέλος, όπως η σταγόνα. Κρατήστε και στο πίσω μέρος του μυαλού σας, όλοι είμαστε οι κακοί σε κάποιου το παραμύθι.
Επίλογος
Για πολλούς αυτό το έργο, ίσως είναι μια ακόμα ιστορία στιγερού εγκλήματος και διαφθοράς. Δεν θα διαφωνήσω καθόλου, είανι και όμως πολλά παραπάνω. Ο Nesbo, θα δεί τους αρχικούς χαρακτήρες πιο βαθιά, θα τους ψυχογραφήσει, με το έμεπειρο μάτι του και θα τους δώσει την αναπαλαίωση που απαιτείται για να μείνουν επίκαιροι, χωρίς όμως να αλλοιώσει την κεντρική τους ιδέα. Γινεται συναισθηματικός με αυτούς και τους αφήνει στο έλαιος της χειραγώγησης, όλους απο κάποιον η κάτι.
Τα νοήματα και τα υπονοούμενα σαφώς πολιτικοποιημένα. Έχω δε την εντύπωση ότι άφήνει κάποιο μικρό παράθυρο μισάνοιχτο, αφήνει κάποια ερωτηματικά που ίσως απλά θελει να διεγείρουν την φαντασία μας ή μας δίνει ένα “θα τα πούμε κάποτε”
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου